Θεωρείται η έννοια του μνημείου ως τοπίο μνήμης. Το γεγονός που προκαλεί την τελευταία φέρει εξ ορισμού οδυνηρή σημειολογία. Έκρηξη. Θύματα. Οικογένειες που έχουν απωλέσει αγαπημένα πρόσωπα. Σε δεύτερη ανάγνωση η σημασία μεταφέρεται σε επίπεδο κοινωνίας. Εξετάζεται η πορεία της στο χρόνο και επιχειρείται κριτική σε ζητήματα συλλογικότητας και σύμπνοιας. Ότι περισσότερο απαιτείται στην εποχή μετά το γεγονός είναι η θεώρησή του ως έναυσμα αλλαγής, υγειούς συζήτησης και κοινωνικής συνοχής. Ως εκ τούτου, το μνημείο μετατρέπεται σε καταλύτη δράσεων: αφηγείται το γεγονός, προκαλεί το ερέθισμα για αίσθηση στο άτομο, ενώ αντιπαραβάλλει χωρικά και ιδεολογικά τον αριθμό των απόψεων ή αντιδράσεων που δημιουργούνται. Για τις δράσεις αυτές υιοθετούνται αρχιτεκτονικά και καλλιτεχνικά εργαλεία μέσω της πρότασης, ενώ η έννοια του κενού - είτε ως χώρος άθικτος από την αρχιτεκτονική πρόταση, είτε ως χώρος που δημιουργείται μέσω αυτής - περιβάλλει, συνοδεύει και αναδεικνύει τα εργαλεία αυτά.
Συνθετικές Αρχές
Το πεδίο αναφοράς - ή περιοχή μελέτης - διαθέτει φυσιογνωμική ενέργεια και λόγω της γειτνίασης με τη θάλασσα, αλλά και λόγω της διαφοράς υψομέτρου που υπάρχει μεταξύ των δύο διακριτών του τμημάτων (Περιοχή Α, Περιοχή Β). Ως άμεσες συνέπειες της έκρηξης στο πεδίο λογίζονται η διαμόρφωση του κρατήρα στο σημείο που βρίσκονταν θαμμένα τα αίτια της έκρηξης (Περιοχή Β) και τα θραύσματα μηχανικών ή άλλων μερών που είναι διάσπαρτα σε ολόκληρη την περιοχή. Η ίδια η επιφάνεια του εδάφους αποκτά επιπρόσθετο στρώμα υφής στην περίπτωση των μικρών θραυσμάτων, ενώ στην περίπτωση των ογκοδέστερων μηχανικών ή δομικών μερών (πυροσβεστικό όχημα, πλάκα σκυροδέματος) η όψη του αλλοιώνεται ριζικά. Δύο δομικά στοιχεία λαμβάνονται ως πόλοι ανάπτυξης της πρότασης. Η επισκευασμένη από τις ζημιές που είχε υποστεί κάμινος του συνοριακού ηλεκτροπαραγωγικού σταθμού ως κυρίαρχη στήλη στο άμεσο περιβάλλον θεωρήθηκε ως το σημαντικότερο στοιχείο προσανατολισμού μετά τη θάλασσα, αλλά και ως σύμβολο των επιπτώσεων του γεγονότος πέρα από το όριο του πεδίου αναφοράς. Εντός πεδίου, το ντεπόζιτο νερού που παρέμεινε ανεπηρέαστο από την ισχύ της έκρηξης θεωρήθηκε γνώμονας σχεδιασμού τόσο για τη θέση του (είσοδος μνημειακού χώρου), όσο και για την επιμονή του ενάντια στις συνθήκες και το χρόνο.
Λαμβάνοντας υπόψη τα δύο κυλινδρικά στοιχεία, χαράσσεται άξονας που εφάπτεται τόσο στην περιφέρεια αυτών, όσο και στην περιφέρεια του κρατήρα, όπως η τελευταία διαμορφώθηκε την ημέρα της έκρηξης και προτού τα όμβρια ύδατα μικρύνουν σημαντικά το εύρος της. Ακολούθως, εισάγεται στην σύνθεση το στοιχείο της αντίδρασης των οικείων των θυμάτων οι οποίοι ακολουθώντας το παράδειγμα το πρώτου παρέταξαν 13 σταυρούς με ονομαστικές αναφορές για κάθε ένα από τα θύματα στις παρυφές της Περιοχής Α. Νοείται η αυτόματη και διαισθητική επιλογή εκείνου του άξονα παράταξης ως σημαντικό στοιχείο εξέλιξης της πρότασης, επομένως λαμβάνεται ως συνθετικό εργαλείο.
Με κριτήριο την εγγραφή του κρατήρα στο προτεινόμενο δίκτυο αξόνων, η χάραξη εξελίσσεται με τρίτο άξονα, ο οποίος διατρέχει την κάμινο του ηλεκτροπαραγωγικού σταθμού ενώ είναι εφαπτομενικός στον κρατήρα. Το δε σημείο τομής το δύο προηγούμενων αξόνων αποκτά πολική σημασία και ενισχύεται με περαιτέρω δόμηση η οποία παίρνει τη μορφή του παρεκκλησίου.
Η τελική δομή της χάραξης που φαίνεται με κόκκινο χρώμα στην Εικόνα #1 παρουσιάζει ένα δίκτυο κίνησης επισκεπτών πάνω σε προκαθορισμένους άξονες, ενώ διατηρεί ελευθερία κίνησης στις προσβάσιμες περιοχές εκτός δικτύου κρατώντας τις στη μορφή την οποία υπήρξαν πριν την ανάπτυξη της πρότασης.
Πρόθεση αποτελεί το ευρύ δίκτυο διακίνησης να στοιχειοθετηθεί με οργανωμένες δομές μεσαίας κλίμακας. Το συνολικό μήκος του δικτύου επιμηκύνει τη διάρκεια παραμονής και διακίνησης του επισκέπτη εντός του, ενώ οι οργανωμένες δομές προκαλούν την ενεργοποίηση των αισθητηρίων κριτικής σκέψης και μνήμης.
Αρχές Λειτουργίας
Ανηφορίζοντας το διάδρομο πρόσβασης, μετά τη διάβαση της πύλης του στρατοπέδου και αμέσως πριν το χώρο στάθμευσης οχημάτων ΑΜΕΑ, ο επισκέπτης έρχεται σε οπτική επαφή με την κάμινο του ηλεκτροπαραγωγικού σταθμού. Στο άμεσο οπτικό πεδίο, εκατέρωθεν της πρώτης επαφής, εντοπίζονται το ντεπόζιτο νερού και το παρεκκλήσι, τα οποία πλαισιώνουν τόσο τη θέα όσο και τη διαδρομή προς τον περίβολό τους. Ο τελευταίος αποτελεί πλατεία λήψης απόφασης διακίνησης, ενώ επέχει την περιοχή τέλεσης του τρισαγίου στις περιπτώσεις που θα απαιτηθεί. Κατόπιν ο επισκέπτης έχει τη δυνατότητα να κινηθεί στον άξονα πρόσβασης και να συνεχίσει κατηφορικά προς τον κρατήρα, να προχωρήσει σε ανεξάρτητη πορεία με το δομημένο δίκτυο διακίνησης και να πλησιάσει τα τεκμήρια του γεγονότος, ή να προσεγγίσει τη ζώνη των ονομαστικών αναφορών.
Η ήπια κατωφέρεια που οδηγεί στον κρατήρα πλαισιώνεται από τοίχους με το ίδιο υλικό που είναι φτιαγμένο το δάπεδό της. Στιγμές μετά την είσοδο στη κατωφέρεια, ο επισκέπτης χάνει το περιμετρικό οπτικό πεδίο και συγκεντρώνεται στη δομή που τον πλαισιώνει. Σύντομα στην πορεία, συναντά το χθαμαλό σκοτεινό πέρασμα προς το διάδρομο αφήγησης. Η πρώτη και μοναδική εμπειρία με σκιερό περίβλημα χαμηλού ύψους έχει σκοπό την επανεκκίνηση της πορείας με χρονική αφετηρία το συμβάν της 11ης Ιουλίου 2011. Ο αφηγηματικός διάδρομος - το μακρύτερο σκέλος της πορείας - έχει ίδια διεύθυνση με τις ονομαστικές αναφορές στο άνω μέρος του βόρειου τμήματός του. Η μακροσκελής πορεία αντιπαραβάλλει τον επισκέπτη με τη δομημένη πορεία και τους συνοδοιπόρους του. Ως μονάδες αφήγησης παρουσιάζονται οι αλλοιώσεις στο υλικό των τοίχων εκατέρωθεν. Ο επισκέπτης καταλήγει στο τέλος του διαδρόμου αφήγησης σε ένα νέο κόμβο, ο οποίος οδηγεί είτε προς τον κρατήρα, είτε προς τη ζώνη των ονομαστικών αναφορών. Στην πρώτη περίπτωση η πορεία του - κατά τη διάρκεια της οποίας το πλάτος της έχει στενέψει αρκετά - ο επισκέπτης βρίσκεται μεταξύ ενός κλοιού τοίχων μεγάλου ύψους στιγμές πριν η αγωνία του λυτρωθεί με την άφιξη στην περίμετρο του κρατήρα και ενώ έχει αποκτήσει θέα προς τη θάλασσα (#6). Η διαδικασία έχει σκόπο να αφηγηθεί στο μέτρο του δυνατού την ένταση των συμμετεχόντων στην προστασία του χώρου το πρωί της έκρηξης. Η περιδιάβαση του κρατήρα επιτρέπει την άμεση επαφή με το μέγεθος της καταστροφής και την ισχύ της έκρηξης. Ο επισκέπτης μπορεί να επιστρέψει στην Περιοχή Α είτε ακολουθώντας αντίθετη πορεία - μέσω του αφηγηματικού διαδρόμου που οδηγεί στον περίβολο του παρεκκλησίου ή του παράλληλου σε αυτόν κλιμακοστασίου που οδηγεί στη ζώνη των ονομαστικών αναφορών - είτε επιλέγοντας την κλιμακωτή ανάβασή του προς το σημείο σύνδεσης των δύο πρώτων σκελών της κατωφέρειας η οποία μπορεί να συσχετιστεί με διαστήματα στάσης και θέασης.
Η ανεξάρτητη σε σχέση με το σχεδιασμένο δίκτυο διακίνησης πορεία προς το βόρειο τμήμα της Περιοχής Α (όπου βρίσκονται αρκετά από τα ογκώδη τεκμήρια του γεγονότος) επιτρέπει στον επισκέπτη να ακολουθήσει την ενστικτώδη και απαλλαγμένη από δομές πορεία του στο χώρο. Τα τεκμήρια επαφύονται στη θεώρηση του ίδιου του επισκέπτη, τόσο ως προς τη σημασία τους, όσο και ως προς το σεβασμό που καλείται να επιδείξει.
Διαχωριστικό εργαλείο και ενδιάμεσο σημείο αναφοράς των δύο πορειών αποτελεί η ζώνη ονομαστικών αναφορών. Συμπεριφέρεται ως πεδίο απόδοσης τιμής στα θύματα του συμβάντος, περισυλλογής με γνώμονα την απώλειά τους και δημιουργικής συζήτησης με θέα το δίκτυο διακίνησης του μνημείου και τη θάλασσα. Τόσο ο εξώστης στο δυτικό τμήμα της, όσο και η διαμόρφωση του στηθαίου προσφέρουν τη δυνατότητα συνάθροισης στους επισκέπτες, ενώ οι ονομαστικές αναφορές στην ίδια περιοχή που τις είχαν αρχικά τοποθετήσει οι συγγενείς και φίλοι των θυμάτων δεικνύουν το στίγμα και το ειδικό βάρος της ζώνης αυτής (#7).
Καλλιτεχνική Αφήγηση
Το σύνολο της πρότασης έχει την προσέγγιση του μνημείου, όπως καθορίζεται στην εισαγωγή της εκθεσης. Ως καλλιτεχνική παρέμβαση - στην περίπτωση που αυτή ορίζεται αποκλειστικά ως η ιδιόχειρη ενασχόληση του καλλιτέχνη με το πλαστικό έργο - θεωρείται η μεταχείριση της επιφάνειας του σκυροδέματος σε στρατηγικά σημεία του διαδρόμου αφήγησης.
Λαμβάνοντας υπόψη το εδαφικό συγκείμενο (λευκά πετρώματα, χαμηλή βλάστηση, απότομη άνοδος υψομέτρου), την επίδραση της έκρηξης στο άμεσο περιβάλλον, αλλά και τις επιπτώσεις της σε προσωπικό, κοινωνικό και κρατικό επίπεδο, δημιουργούνται υφές στο προτεινόμενο υλικό με σκοπό η ίδια η αφήγηση του γεγονότος να στηριχθεί στην ευαισθησία και την αντίληψη του παρόντα (#8). Η κεντρική ιδέα αναφέρεται στην κυκλική διαδικασία δημιουργίας, υποτροπής, ενσωμάτωσης και τελικής επούλωσης της πληγής ως στοιχείο που εξ ορισμού και ανάλογα με το μέγεθός του αναλύεται με γνώμονα την αίσθηση, την αντίδραση και τη μνήμη. Επιχειρείται με αυτό τον τρόπο η έκφραση της προσωπικής άποψης του παρόντα έναντι στο θεματικό πλαίσιο και ενισχύεται η ανταλλαγή απόψεων επί τόπου ή σε άλλο γεωγραφικό σημείο.
Οι μελέτες των υφών έγιναν με λευκό τσιμέντο, χρησιμοποιώντας σκύρα και αδρανή της ευρύτερης περιοχής. Κατά την ανάμιξή των πρώτων υλών, η καλλιτεχνική πρόθεση διαμορφώνεται με μικτά υλικά επανάχρησης.
Τεχνική Περιγραφή
Το σύνολο της πρότασης αποτελείται από δύο κύρια υλικά: το φυσικό έδαφος (με ενιαίο γκρι χρώμα στην εικόνα #3) και το οπλισμένο σκυρόδεμα (με λευκό χρώμα στην εικόνα #3). Το πρώτο υπάρχει στο πεδίο και η χρήση του προϋποθέτει τη συμπύκνωσή του ώστε να καταστεί βατό. Για το δεύτερο χρησιμοποιείται τσιμέντο χρώματος άσπρου, με τοπικά σκύρα και αδρανή, ώστε να αποκτήσει μετά τη σκυροδέτηση το υπόλευκο, ελαφρύ μπεζ χρώμα του υφιστάμενου εδάφους. Χρησιμοποιείται ξυλότυπος 1.20m x 2.40m χωρίς υφή ώστε να δώσει το στιλπνό αποτέλεσμα που φαίνεται στις γραφικές αναπαραστάσεις.
Η εκσκαφή σε όλο το μήκος της κατωφέρειας πλαισιώνεται με τοίχους αντιστήριξης κλίσης 1:3 ή κατακόρυφους. Η οριζόντια επιφάνεια του διαδρόμου αποτελείται από το ίδιο υλικό με τους τοίχους αντιστήριξης. Προκατασκευασμένα στοιχεία οπλισμένου σκυροδέματος χρησιμοποιούνται όπου είναι κατασκευαστικά εφικτό (π.χ. στην περιοχή των ονομαστικών αναφορών).
Για τη συντήρηση και προστασία του κρατήρα από τα όμβρια ύδατα προτείνεται ο περιμετρικός δακτύλιος από οπλισμένο σκυρόδεμα, οποίος χρησιμοποιείται και για τη συγκράτηση του εδάφους, αλλά και για τον παρεμποδισμό της απορροής προς αυτή την περιοχή.
Επίλογος
Η πρόταση εισηγείται την χρήση αρχιτεκτονικών, καλλιτεχνικών και τεχνικών εργαλείων με σκοπό να ισορροπήσει μεταξύ της υποχρέωσης απόδοσης τιμής και σεβασμού στα θύματα της φονικής έκρηξης στην περιοχή, και της πρότασης για κοινωνική συνοχή μέσα από την αντιπαραβολή απόψεων και τη συζήτηση. Η πρόθεση για την ανάπτυξη ενός τοπίου μνήμης, δεδομένης της αραιής επισκεψιμότητάς του λόγω των ιδιαιτεροτήτων της περιοχής του, μεταφέρεται σε νοητικό επίπεδο ώστε να είναι δυνατή η επιρροή του σε δευτερογενή γεωγραφία και μεταγενέστερο χρόνο.
Ημερομηνία:
2011
Τοποθεσία:
Μαρί, Κύπρος
Αρχιτεκτονική Ομάδα:
Γεώργιος Μακρίδης, Λιάνα Έλληνα, Μαριαλένα Μπύρου
Καλλιτέχνις:
Θέκλα Γεωργίου Παπαδοπούλου